Κράναια

Κράναια
Κραναίης
masc voc sg
Κραναίης
masc nom sg (epic)
Κράναῑα , Κραναῖα
fem nom/voc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Κραναία — Προσωνυμία της Αθηνάς που λατρευόταν στην Ελάτεια της Φωκίδας. Σε απόσταση 20 σταδίων από την πόλη υπήρχε ένα ιερό της θεάς που διατηρήθηκε έως τον 2o αι. μ.Χ. Γύρω από το ιερό υπήρχαν μεγάλες στοές και διάφορα οικοδομήματα που χρησιμοποιούνταν… …   Dictionary of Greek

  • Κραναίας — Κραναίᾱς , Κραναίης masc acc pl Κραναίᾱς , Κραναίης masc nom sg (attic epic doric aeolic) Κραναί̱ᾱς , Κραναῖα fem acc pl Κραναί̱ᾱς , Κραναῖα fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Cranaea — CRANAEA, æ, Gr. Κραναῖα, ας, ein Beynamen der Minerva, unter welchem sie einen besondern Tempel bey Elatea, in Phocis, auf einem Hügel hatte, worinnen allemal ein Priester dienete, dernoch nicht mannbar war. Er mußte 5 Jahr aushalten und… …   Gründliches mythologisches Lexikon

  • κράνη — Αρχαία πόλη της Κεφαλονιάς, γνωστή και με την ονομασία Κράνιοι. Ήταν χτισμένη σε ύψωμα Δ του όρους Αίνου και ανήκε στην Κραναία ή Κρανίων γη. Όπως μαρτυρούν διάφορα αρχαιολογικά ευρήματα, η πόλη ήταν κατοικημένη από τη νεολιθική εποχή και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”